- Ναυμάχιος
- Ναυμάχιοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ναυμαχίου — Ναυμάχιος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ναυμαχίων — Ναυμάχιος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ναυμαχίῳ — Ναυμάχιος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ναυμάχιον — Ναυμάχιος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
НАВМАХИЙ — • Naumachĭus, Ναυμάχιος, 1. позднейший греческий поэт, от которого у Стобея сохранены отрывки гномического стихотворения, писанного гекзаметром, всего 73 стиха, и озаглавленного γαμικὰ παραγγέλματα, т. к. в нем излагаются… … Реальный словарь классических древностей